Τα ρέστα της παίζει η Ελλάδα σε μια παρτίδα σκληρού πόκερ με οικονομικές και γεωπολιτικές προεκτάσεις, η έκβαση της οποίας μπορεί να δημιουργήσει δεδομένα που δεν θα είναι δυνατό να αναιρεθούν, πιθανόν για δεκαετίες. Ενόσω εξελίσσεται το παρασκήνιο για το σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας και το ενδεχόμενο νέων εκλογών τον Ιούνιο παραμένει ανοιχτό, ο εκβιασμός των εταίρων κλιμακώνεται. Το αν είναι μπλόφα ή όχι, δυστυχώς, δεν μπορεί να ειπωθεί με ασφάλεια.
Το βέβαιο είναι ότι απειλούν με έξοδο από την ευρωζώνη για να υποχρεώσουν τα ελληνικά κόμματα...
σε σχηματισμό κυβέρνησης, το τι θα πράξουν όμως αν η χώρα οδηγηθεί εκ νέου σε κάλπες και βγει αποτέλεσμα το οποίο θα ερμηνευτεί ως αμφισβήτηση του Μνημονίου μένει να διαπιστωθεί. Η εκτίμηση είναι ότι αυτή τη φορά το σκέπτονται πιο σοβαρά από ποτέ.
Οι επιπτώσεις, πάντως, δεν θα είναι εύκολες για κανέναν. Ελληνικές και ξένες τράπεζες εκτιμούν ότι σε περίπτωση επιστροφής της Ελλάδας στο εθνικό νόμισμα, ο πληθωρισμός θα εκτοξευτεί στο 40%-50%, το χρέος θα γίνει μη διαχειρίσιμο, οι εισαγωγές θα καταστούν απαγορευτικές και η φτώχεια θα εξαπλωθεί ακόμα περισσότερο. Από την άλλη, οι συνέπειες για την ευρωζώνη δεν μπορούν να προβλεφθούν και παρά τις δηλώσεις του Γερμανού υπουργού Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και άλλων παραγόντων ότι έχουν ληφθεί μέτρα για την αντιμετώπιση ενός τέτοιου ενδεχόμενου, ουδείς εγγυάται ότι δεν θα εκδηλωθεί ντόμινο.
Όλα είναι επί χάρτου. Γι’ αυτό οικονομικοί οργανισμοί αλλά και Ευρωπαίοι αξιωματούχοι επισημαίνουν ότι ενδεχόμενη έξοδος της χώρας από το ευρώ αποτελεί terra incognita. Η Fitch προειδοποίησε στην τελευταία έκθεσή της για τοποθέτηση όλων των κρατών-μελών της ευρωζώνης σε αρνητικό (negative) watch list – NWL σε περίπτωση εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ. H Citigroup, από την πλευρά της, εκτιμά το πιθανό γεγονός ως «ελεγχόμενο για την υπόλοιπη Ευρώπη» και καταστροφικό για την Ελλάδα, προσθέτει όμως ότι η κατάσταση που θα προέκυπτε θα ήταν «αβέβαιη, με πολλές πιθανές εκβάσεις και υπερβολικά πολλές μεταβλητές».
Όπως έλεγε Έλληνας αξιωματούχος που έχει εικόνα των διαπραγματεύσεων και της διασύνδεσης των οικονομικών μεγεθών των κρατών της ευρωζώνης, «είναι σαν οι Ευρωπαίοι να ετοιμάζονται να ρίξουν βενζίνη σε ένα δωμάτιο του σπιτιού για να βάλουν φωτιά και να είναι βέβαιοι ότι θα ελέγξουν την εξάπλωσή της στα υπόλοιπα δωμάτια γιατί έχουν πυροσβεστήρες».
Πέραν των οικονομικών συνεπειών, ένα επιπλέον ερώτημα είναι κατά πόσο η Ευρώπη είναι έτοιμη να χάσει μια σημαντική γεωπολιτική προβολή στην Ανατολική Μεσόγειο ειδικά αυτή την περίοδο όπου οι ανακαλύψεις μεγάλων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων πυροδοτούν ανακατατάξεις στην περιοχή. Η υπόθεση ότι η Ελλάδα θα εκδιωχθεί από την ευρωζώνη αλλά θα παραμείνει ελεγχόμενη εντός Ε.Ε. είναι παρακινδυνευμένη για όσους την κάνουν. Εντός Ε.Ε. μπορεί να μείνει, αλλά «ελεγχόμενη» είναι αμφίβολο. Το πιθανότερο είναι ότι το κλίμα που θα επικρατήσει στην ελληνική κοινή γνώμη έναντι των Ευρωπαίων θα ωθήσει τη χώρα σε αναζήτηση άλλων προνομιακών συμμαχιών. Η εκλογική αντίδραση στο Μνημόνιο προϊδεάζει για το ποια μπορεί να είναι η ελληνική συμπεριφορά μετά από μια ολική ρήξη με τους Ευρωπαίους.
Είναι τόσο βέβαιο ότι θα σπεύσουν άλλοι να καλύψουν το στρατηγικό κενό όσο εμφανής είναι η πίεση του ελληνικού πληθυσμού το τελευταίο διάστημα προς τις ελληνικές ηγεσίες, υπό το βάρος της κρίσης, να αξιοποιήσουν τα πλεονεκτήματα της χώρας (στρατηγικά, ενεργειακά, γεωγραφικά) στη χάραξη μιας νέας πολιτικής που θα αναβαθμίσει τη θέση της και θα μειώσει τις εξαρτήσεις. Όλα αυτά θα συνοδεύονται από βαθύτερη ριζοσπαστικοποίηση του πληθυσμού, η οποία είναι άδηλο πού μπορεί να καταλήξει.
Το ελληνικό εκλογικό αποτέλεσμα ήρθε σε μια συγκυρία όπου στην Ευρώπη εκδηλώνεται ευρύτερη αμφισβήτηση της πολιτικής ακραίας λιτότητας. Η εκλογή του Φρανσουά Ολάντ στη Γαλλία είναι άλλο ένα σύμπτωμα της υφέρπουσας πανευρωπαϊκής αντίδρασης απέναντι στη γερμανική πολιτική και οικονομική επιβολή. Οι κινητοποιήσεις σε χώρες όπου εφαρμόζονται περιοριστικά προγράμματα πυκνώνουν. Όλα δείχνουν ότι αργά, όπως όλα στην Ε.Ε., ωριμάζει η άποψη περί αλλαγής πολιτικής και πάντως μετριασμού της λιτότητας σε πρώτη φάση, παρά τη γερμανική εμμονή. Εκ των πραγμάτων τίθεται το ζήτημα αν η Ελλάδα θα προλάβει να είναι στην επαναδιαπραγμάτευση η οποία διαφαίνεται στον ορίζοντα.
Κατά ένα μέρος αυτό εξαρτάται από τους άμεσους χειρισμούς, αν η ελληνική πολιτική ηγεσία θα μπορέσει να διαχειριστεί τον ωμό εκβιασμό των δανειστών. Είτε συγκροτώντας κυβέρνηση συνεργασίας ώστε να εκτονωθούν προσώρας οι πιέσεις και στη συνέχεια συζητώντας μαζί τους για το πώς και σε ποια έκταση μπορεί να υπάρξει επαναδιαπραγμάτευση του Μνημονίου είτε πείθοντάς τους ότι οι νέες εκλογές είναι αναγκαίες, διότι ο σχηματισμός κυβέρνησης σε δυσαρμονία με το εκλογικό αποτέλεσμα θα οδηγήσει σε χειρότερες εντάσεις και σε αδυναμία εφαρμογής των μέτρων.
Ο άλλος παράγοντας από τον οποίο θα εξαρτηθεί αν η Ελλάδα θα είναι παρούσα στη συνολική ευρωπαϊκή διαπραγμάτευση είναι η στάση των εταίρων και, κυρίως, της Γερμανίας. Αν θα καταλάβουν ότι αυτό το πρόγραμμα το οποίο έχει επιβληθεί στη χώρα έχει στην κυριολεξία εκτελέσει την οικονομία και την κοινωνία και βέβαια οδηγεί σε απόκλιση από τους στόχους τους οποίους υποτίθεται ότι θέλει να επιτύχει.
Το Μνημόνιο ούτε οικονομικά ούτε κοινωνικά είναι βιώσιμο και δεν μπορεί να συνεχίσει να εφαρμόζεται ως έχει. Ακόμα κι αν καταστεί δυνατό να σχηματιστεί κυβέρνηση συνεργασίας, αν πρόκειται να εφαρμόσει το ίδιο πρόγραμμα δεν έχει νόημα. Δεν θα μπορέσει και ο βίος της θα είναι βραχύς. Άρα, είναι ευθύνη και των πιστωτών η παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ. Αν δεν συναινέσουν στην αλλαγή του οικονομικού μίγματος, είναι σαν να παίρνουν οι ίδιοι την απόφαση εξόδου μας από την ευρωζώνη. Αυτό είναι κάτι που πρέπει να ληφθεί υπόψη από τα πολιτικά κόμματα. Σε περίπτωση που κερδίσουν χρόνο συμφωνώντας σε κυβέρνηση συνεργασίας, πρέπει στη συνέχεια να διαγνώσουν τις προθέσεις των εταίρων και να αναζητήσουν συμμαχίες στην Ε.Ε. για να στηρίξουν την ελληνική επιχειρηματολογία.
Παρά την αρνητική επικοινωνιακή καταιγίδα κατά της Ελλάδας, το κλίμα δεν είναι καλό και για τη γερμανική άποψη. Ο Ολάντ φέρεται αποφασισμένος να επιμείνει στη δική του προσέγγιση ότι η αυστηρή δημοσιονομική πειθαρχία οδηγεί σε επιδείνωση της ύφεσης. Σε απάντηση της ομιλίας της καγκελαρίου της Γερμανίας Ανγκελα Μέρκελ στην Κάτω Βουλή του γερμανικού Κοινοβουλίου, η οποία πάλι απέρριψε οποιαδήποτε άλλη συνταγή πέραν της σκληρής λιτότητας, ο νέος ένοικος των Ηλυσίων Πεδίων διαμήνυσε, και μέσω συμβούλων του, ότι όχι μόνο δεν πρόκειται να ακολουθήσει αυτή την πολιτική, αλλά ετοιμάζεται να πάρει μέτρα προς την αντίθετη κατεύθυνση. Η επαναδιαπραγμάτευση έχει ξεκινήσει. Μένει να δούμε αν η Ελλάδα θα παραμείνει ζωντανή για να την προλάβει.
Λάμπρος Καλαρρύτης, στον Τύπο της Κυριακής
antinews
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου